Τετάρτη 15 Απριλίου 2015

Ουτοπίες



Στο θεατρικό έργο της Λουντμίλα Ραζουμόβσκαγια "Αγαπητή Ελένα" -γραμμένο στη Σοβιετική Ένωση, στις αρχές της δεκαετίας του '80- τέσσερις νέοι οραματίζονται μια διαφορετική κοινωνία από αυτή στην οποία ζουν.
 
Eμείς σε τι κοινωνία θα θέλαμε να ζούμε; Σε μια κοινωνία που μας εξασφαλίζει τα απαραίτητα, αλλά τίποτα παραπάνω από αυτά, ή σε μια άλλη, όπου μπορούμε να αποκτήσουμε του κόσμου τα καλά, αλλά το πιθανότερο είναι να μην τα δούμε ούτε ζωγραφιστά; Ο Αριστοτέλης οραματιζόμενος τη δική του τέλεια πολιτεία είπε ότι ένα είναι το κύριο συστατικό της: το "ευ ζην" των μελών της. Σε τι συνίσταται άραγε αυτό το ευ; Ιδανική πολιτεία ονειρεύτηκε και ο Πλάτωνας, και ο Τομάζο Καμπανέλλα και ο Τόμας Μορ και πολλοί άλλοι. Στην "Πολιτεία του Ήλιου" του Καμπανέλλα, ο Γενοβέζος ονειρεύεται έναν τόπο όπου οι άνθρωποι θα ζουν "με τρόπο φιλοσοφικό, από κοινού". Και ο έρωτας θα είναι κοινός. Η ιδιοκτησία, ακόμη και στον έρωτα, κάνει τον άνθρωπο άρπαγα.

Άλλοι φιλόσοφοι ή λογοτέχνες είχαν πιο ανήσυχο ύπνο. Το όνειρο έγινε εφιάλτης και στο έργο τους ζωγράφισαν κοινωνίες τρομακτικές και όχι εξιδανικευμένες.

Οι προλετάριοι παρατημένοι στους εαυτούς τους θα συνεχίσουν να δουλεύουν, να γεννούν και να πεθαίνουν, όχι μόνο χωρίς να νιώθουν καμιά διάθεση να επαναστατήσουν, αλλά και χωρίς να έχουν την ικανότητα να καταλάβουν πως ο κόσμος θα μπορούσε να είναι διαφορετικός απ' ό,τι είναι. Θα μπορούσαν να γίνουν επικίνδυνοι, μόνο αν η εξέλιξη της βιομηχανικής τεχνικής απαιτούσε να τους δοθεί μια καλύτερη μόρφωση. [...] Μπορεί να τους δοθεί ελευθερία σκέψης, γιατί δεν έχουν σκέψη  γράφει ο Τζωρτζ Όργουελ στο "1984".

Στο γαπητή Ελένα" οι τελειόφοιτοι μαθητές επισκέπτονται την καθηγήτριά τους την ημέρα των γενεθλίων της. Έχοντας ως πρόφαση ένα πάρτι-έκπληξη, την κρατούν σε ομηρία με σκοπό να τους δώσει το κλειδί του γραφείου όπου φυλάσσονται τα γραπτά τους, να αλλάξουν τους βαθμούς τους και να εξασφαλίσουν έτσι μια θέση στο πανεπιστήμιο. Η Ελένα, γεροντοκόρη καθηγήτρια, φορέας αξιών μιας εποχής που οι μαθητές της θεωρούν παρωχημένη, αρνείται να ενδώσει στις πιέσεις τους και παραμένει πιστή στα ιδανικά της. Η κριτική τη θεώρησε σύμβολο της  γραφειοκρατίας ενός απαρχαιωμένου συστήματος, κολλημένο υποστηρικτή ενός κόσμου που καταρρέει. Αν το σκεφτεί κανείς, είναι το μόνο πρόσωπο του έργου που χαρακτηρίζεται από ηθική ακεραιότητα.

Οι νέοι μαθητές αναζητούν την ταυτότητά τους μακριά από το σύστημα με τους κανόνες του οποίου γαλουχήθηκαν. Αποστρέφονται το σοβιετικό καθεστώς, μαθαίνουν αγγλικά, διαβάζουν Ναμπόκοφ.  Άλλοτε μοιάζουν φιλόδοξοι φερέλπιδες  και άλλοτε "εξαχρειωμένα μαθητούδια".

Λιάλια: Αχ, πόσο θα ήθελα να ΄χω δικό μου διαμέρισμα! Το πιστεύετε; Ακόμα ζω με τη μάνα μου στην κοινωνική εστία. Τέσσερις οικογένειες στο ίδιο διαμέρισμα. Να μένεις με τη μάνα σου στο ίδιο δωμάτιο δεν είναι κι ό,τι καλύτερο, έτσι δεν είναι; 
Ελένα: Ναι, αυτό το καταλαβαίνω!
Λιάλια: Εγώ είμαι πια ώριμος άνθρωπος... και αυτή μου φέρεται σα να είμαι ακόμα κοριτσάκι!
Ελένα: Ναι!
Λιάλια: Να φανταστείτε, έχω διαβάσει τον Ναμπόκοφ στα αγγλικά,   -το πρωτότυπο, και αυτή ακόμη μου εξηγεί πώς πρέπει να ζω!
Ελένα: Τι ακριβώς έχετε διαβάσει; 
Λιάλια: Τη Λολίτα! Έχετε διαβάσει τη Λολίτα; 
Ελένα: Όχι, δεν την έχω διαβάσει, αλλά την έχω ακούσει. Πολλά... Και τι; Σας φάνηκε ενδιαφέρον; 
Λιάλια: Τι να σας πω; Παντως εδώ ούτε καν θα το εκδίδανε.
Ελένα: Τώρα εκδίδουν διάφορα αλλά, από την άλλη, αν δεν το εκδίδουνε... καλά κάνουνε. Εγώ αυτό το συγκεκριμένο έργο δε θα το εξέδιδα. Ποτέ! Τώρα, όσον αφορά το διαμέρισμα, ξέρετε, κι εγώ ονειρεύομαι δικό μου διαμέρισμα. Αλλά όλη τη ζωή μου μένω με τη μητέρα μου. Είναι πάρα πολύ δύσκολο, αλλά πρέπει να έχεις υπομονή...

Αν σ' αυτή την περίπτωση οι νεαροί μαθητές ενσαρκώνουν τους οραματιστές  και η Ελένα έναν κόσμο τελματωμένο, τότε τι είδους κοινωνία οραματίζονται αυτοί οι τέσσερις; Μια κοινωνία αναξιοκρατική, όπου αλλάζοντας κανείς το αποτέλεσμα του απολυτηρίου του, εκβιάζοντας έναν κατώτερό του, ζητώντας τη διαμεσολάβηση των ανωτέρων του -εάν έχει τα μέσα- δωροδοκώντας ή χρηματιζόμενος, πάντως σίγουρα πατώντας επί πτωμάτων, πετυχαίνει; Ο μόνος από τους τέσσερις νέους που θα βγει από την όλη ιστορία αλώβητος είναι αυτός που δε θα αντισταθεί στον εκφυλισμό της ανθρώπινης φύσης του, που δε θα διστάσει να βιάσει τους καλύτερούς του φίλους.

Ελένα: Σας βαρέθηκα τόσο πολύ! Πραγματικά πιστεύετε πως θα με στήσετε στον τοίχο; Μικρά τιποτένια πλασματάκια, που φαντάστηκαν πως είναι άνθρωποι. Που πουλάνε και αγοράζουν ο ένας τον άλλον για το δικό τους συμφέρον. Ικανοί να συνθλίψουν, να αφανίσουν τον οποιονδήποτε βρεθεί στο δρόμο τους. [...] Με τι έχετε σκοπό να με καταπλήξετε; Πραγματικά πιστεύετε πως έχω δει λιγότερη από σας κακία, υποκρισία, ψέματα; Τι βλέπουν τα μάτια σας εκτός από φανταχτερά αμάξια, χρυσά κοσμήματα και πανάκριβα ρούχα, που σας ζαλίζουν; Ανακατεύομαι και μόνο που το σκέφτομαι. Μοντέρνοι! Εκσυγχρονιστές! Μάθατε κιόλας να δικαιολογείτε την ανηθικότητά σας ρίχνοτας το φταίξιμο στην κοινωνία. Έχω δει πολλά καθάρματα στη ζωή μου. Δεν είστε καθάρματα! Είστε μικροαστοί από βαρεμάρα, από σαχλαμάρα, από την κορυφή ως τα νύχια. Κι ο Θεός σας είναι τα λεφτά.
 
Η Ελένα ζει στο ίδιο διαμέρισμα με τη μάνα της. Το σκηνικό λιτό. Ένα τραπεζάκι, λίγα λουλούδια στο βάζο, ένας παλιομοδίτικος καναπές, λίγα βιβλία στη βιβλιοθήκη, ένα λουτρό, μια κουζινούλα. Ένα σκηνικό που στο σύγχρονο θεατή προκαλεί μάλλον αποστροφή. Μα δεν είναι σκέτη αποστροφή, είναι αποστροφή που εναλλάσσεται και με το αντίθετό της. Είναι αποστροφή μαζί και νοσταλγία.  Εδώ η θεατρική σκηνή δε λειτουργεί ως σύμβαση, αλλά απόλυτα ρεαλιστικά. Αν η Ελένα ήταν πραγματικό πρόσωπο, το πιθανότερο θα ήταν το διαμέρισμα που θα μοιραζόταν με την μητέρα της να μην ξεπερνούσε σε τετραγωνικά μέτρα το σκηνικό του θεάτρου.

Τα παράθυρα καλύπτει μια ταπετσαρία, που απεικονίζει πιστά τη θέα από όλα τα διαμερίσματα της εποχής: τεράστιες πολυκατοικίες -τερατόμορφα δείγματα της αρχιτεκτονικής του σοσιαλισμού ρεαλισμού που μοιάζουν να μη στέγασαν ανθρώπους, αλλά αριθμούς. 

Τους στέγασαν όμως. Αυτοί που κάποτε στοιβάχτηκαν σε μικροσκοπικά δωμάτια, που μοιράστηκαν κοινά μπάνια και κουζίνες, που ξεχώριζαν τα δωμάτιά τους με νοσοκομειακά παραβάν, στη μετα-σοσιαλιστική εποχή της ανταγωνιστικής καπιταλιστικής Ρωσίας δεν είχαν και πολύ καλύτερη τύχη. Οι περισσότεροι παρέμειναν αριθμοί που αύξησαν το ποσοστό των αστέγων και ανέργων της Μόσχας.

Σήμερα ζούμε σε κοινωνίες όπου μπορεί να βρει κανείς τα πάντα. Να τα βρει, αλλά όχι να τα αγοράσει. Μπορεί όμως να δανειστεί για να αγοράσει τα πάντα. Να δανειστεί, αλλά όχι να αποπληρώσει τα χρέη του.

Σύνορα δεν υπάρχουν, αλλά άνθρωποι θαλασσοπνίγονται στην προσπάθειά τους να τα δρασκελίσουν. Και παραμένουμε αριθμοί. Αριθμοί που εμπλουτίζουν τους τίτλους στα δελτία ειδήσεων. 

***


Τα αποσπάσματα είναι από τα βιβλία: 

Τζωρτζ Όργουελ, 1984, Κάκτος, Αθήνα 1992.

Λουντμίλα Ραζουμόβσκαγια, Αγαπητή Ελένα, Εκδόσεις Σοκόλη - Ομάδα Νάμα (Επί Κολωνώ), Αθήνα 2014.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου